Το έδαφος είναι ένας ζωντανός οργανισμός. Το μόνο που χρειάζεται είναι να το «ακούσουμε», κάτι που για αιώνες μπορούσε να κάνει ένας έμπειρος αγρότης. Τα τελευταία χρόνια, όμως, αυτή η σχέση αποκτά έναν «ενδιάμεσο»: την παρέμβαση της τεχνολογίας, που έρχεται να επαναπροσδιορίσει τη σχέση του αγρότη με το χωράφι και να του προσφέρει πλήθος νέων δυνατοτήτων. Ενα τέτοιο παράδειγμα έρχεται μέσω πανευρωπαϊκού ερευνητικού προγράμματος, που εδώ και ένα έτος δημιουργεί δίκτυο παρακολούθησης για την προστασία των εδαφών και τη θωράκισή τους από την κλιματική αλλαγή. Στην Ελλάδα συμμετέχουν αγρότες από τα νότια του Εβρου.
Το GROW είναι ένα παρατηρητήριο πολιτών για το έδαφος, που αναπτύσσεται σε 8 χώρες με 19 εταίρους και κεντρικό συντονιστή το Πανεπιστήμιο του Dundee στη Σκωτία (το έργο χρηματοδοτείται από το κοινοτικό πρόγραμμα έρευνας Horizon 2020). Επικεφαλής του έργου για τη χώρα μας και community manager για όλες τις χώρες που συμμετέχουν (Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία, Αυστρία, Ουγγαρία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Ιρλανδία, Μεγάλη Βρετανία) είναι ο κ. Παύλος Γεωργιάδης. Καλλιεργητής και ο ίδιος (η οικογένειά του διατηρεί βιολογικό ελαιώνα στην Αλεξανδρούπολη), ασχολείται τα τελευταία χρόνια με τις οικολογικές κοινότητες και την αγρο-οικολογία.
«Το πρόγραμμα αφορά τη δημιουργία ενός δικτύου αγροτών, που με τη χρήση σύγχρονων αισθητήρων εδάφους θα συλλέγουν πολύτιμα εδαφικά και περιβαλλοντικά δεδομένα από τα χωράφια τους», εξηγεί στην «Κ». «Οι συσκευές παρέχονται δωρεάν στους αγρότες που συμμετέχουν, τοποθετούνται στο έδαφος και μετρούν κάθε 15 λεπτά την υγρασία, τη θερμοκρασία του εδάφους και την ένταση του φωτός. Οι αγρότες που συμμετέχουν συλλέγουν τα στοιχεία από κάθε αισθητήρα μέσω του κινητού τους και τα “ανεβάζουν” στη βάση δεδομένων του GROW. Στον Εβρο συμμετέχουν 40 καλλιεργητές –έχουν αμπέλια, ελιές ή παραδοσιακές καλλιέργειες– οι οποίοι συλλέγουν στοιχεία από 10 αισθητήρες ο καθένας».
Τα στοιχεία που συλλέγουν οι αγρότες χρησιμοποιούνται για να επαληθεύσουν τα δεδομένα των δορυφόρων της Ευρωπαϊκής Ενωσης. «Οι δορυφόροι του Copernicus περνούν σε μικρή απόσταση από τη Γη, συλλέγοντας πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία για την προστασία του περιβάλλοντος και τη γεωργική παραγωγή. Δημιουργώντας αυτό το νέο δίκτυο πληροφορίας από τη γη μπορούμε να ελέγξουμε και να επαληθεύσουμε την ακρίβεια των δορυφορικών στοιχείων, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό επιστημονικά».
Τα στοιχεία που συλλέγονται από το Παρατηρητήριο GROW είναι «ανοιχτά» στην επιστημονική κοινότητα. «Είναι πολύτιμη γνώση, που θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε καλύτερα την κλιματική αλλαγή», λέει ο κ. Γεωργιάδης. «Για παράδειγμα, μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε για να ερευνήσουμε πώς μπορούν οι καλλιέργειες να προσαρμοστούν καλύτερα στην κλιματική αλλαγή, πώς θα προβλέψουμε καλύτερα τον καιρό και πώς θα προστατευθούμε από τα ακραία καιρικά φαινόμενα. Ομως η πληροφορία έχει ιδιαίτερη σημασία και σε τοπικό επίπεδο. Για πρώτη φορά, οι Ελληνες αγρότες “ανοίγουν τα μάτια τους” σε μια νέα τεχνολογία, η οποία τους βοηθά να βγάλουν συμπεράσματα για τον δικό τους φυσικό πόρο, το δικό τους έδαφος. Ετσι μπορούν σταδιακά να πειραματιστούν και οι ίδιοι με τα δεδομένα που συλλέγουν, για να πάρουν καλύτερες αποφάσεις. Για παράδειγμα, ένας από τους παραγωγούς μάς είπε ότι χρησιμοποιώντας τις μετρήσεις για την υγρασία του εδάφους μείωσε κατά 40% την άρδευση του ελαιώνα του, κάτι που μεταφράζεται γι’ αυτόν σε χρόνο και χρήμα και για το σύνολο της περιοχής σε καλύτερη προστασία των υδατικών πόρων. Νομίζω ότι γεννάται μια μοναδική ευκαιρία στην περιοχή για όποιον θέλει να αναπτύξει εφαρμογές ή τεχνολογίες για να αξιοποιήσουν οι αγρότες τα νέα δεδομένα προς όφελος της παραγωγής και της περιοχής τους».
Αξίζει να σημειωθεί ότι η προστασία των εδαφών ανεβαίνει τα τελευταία χρόνια στην επιστημονική ατζέντα. Το 2013, ο ΟΗΕ καθιέρωσε την 5η Δεκεμβρίου ως Παγκόσμια Ημέρα Εδάφους, ενώ η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει θεσπίσει από το 2006 Θεματική Στρατηγική για το Εδαφος. Ωστόσο, ελάχιστες είναι οι ευρωπαϊκές χώρες που έχουν σήμερα εθνική πολιτική και νομοθεσία για την προστασία του εδάφους, ενώ το 2014 η προσπάθεια να θεσπιστεί η πρώτη Οδηγία απέτυχε λόγω της έλλειψης υποστήριξης.
Πηγή : Καθημερινή